η κομμώτρια η Λίτσα

Η Λίτσα εργάζεται στο κομμωτήριο της κυρίας Αντέλ. Εξοντωτικά. Είναι πάντα μια κούκλα, περιποιημένη και πολύ τρέντι. Το μαλλί φυσικά υπέροχο, πλούσιο. Τα χείλια της υπόσχονται χωρίς να μιλούν. Άσε αυτό το κωλαράκι που κοιτάει τα άστρα. Πάει και στο Καράτε, επειδή γυρίζει αργά τις νύχτες στο σπίτι της και θέλει να είναι προστατευμένη. Το κορμί της είναι ο μπόντυγκαρντ. Μια μέρα μου έκανε επίδειξη και με έριξε κάτω και ευτυχώς που δεν έσπασα κάτι. Η Λίτσα είναι μια γκομενάρα. Αλλά δεν το έχει πάρει απάνω της να κάνει τη δύσκολη και όλα όσα σκαρφίζονται οι γυναίκες για να παιδεύουν τους άντρες. Η Λίτσα είναι καλή και πονόψυχη κοπέλα αλλά και εντελώς ξεκαθαρισμένη. Δεν θέλει ακόμα να δεσμευτεί με γάμους και τέτοια. Παρά ταύτα, αρραβωνιάστηκε το Μανόλη, τον υδραυλικό που έχει μαγαζί στο από κάτω στενό. Ο Μανόλης έρχεται στο μαγαζί του από τα βόρεια προάστια. Κάνει τόσο δρόμο κάθε μέρα για να βρίσκεται όσο μπορεί κοντά στη Λίτσα. Γνωριστήκανε σε ένα πάρτι πέρυσι στην Πάτρα. Μασκέ. Η Λίτσα νεράιδα και ο Μανόλης Ζορό. Μέσα στα μαύρα ο ένας, μέσα στα ροζέ η άλλη, χόρευαν μέχρι να μουδιάσουν τα πόδια τους και μετά πήγαν για ύπνο. Αμφιβάλλω αν κοιμήθηκαν καθόλου, αλλά αυτό είναι δική μου υπόθεση. Ο Μανόλης ερωτεύτηκε τη Λίτσα αμέσως, σαν να του έπεσε ο ουρανός στο κεφάλι. Με ροζ συννεφάκια μάλιστα. Για τη Λίτσα, ο Μανόλης ήταν ένας όμορφος άντρας που δεν ήθελε να τον χάσει. Πολύ θα γουστάριζα να δω το καυλί του, αν είναι πιο ντούρο από το δικό μου, αλλά δεν έτυχε ποτέ να κατουρήσουμε παρέα. Ο Μανόλης πιστεύει ότι η Λίτσα του είναι πιστή, τη Λίτσα δεν τη νοιάζει τι κάνει ο Μανόλης και η ζωή τραβάει το δρόμο της. Ο Μανόλης είναι βαρύς άντρας και δεν του παίρνεις κουβέντα, αλλά σε μένα μιλάει λίγο, σέβεται την Ιατρική που σπουδάζω. Μου εκμυστηρεύτηκε ότι τη Λίτσα θα την ψήσει να τον παντρευτεί και του είπα με το καλό. Εγώ πιστεύω ότι η Λίτσα μπορεί να παντρευτεί κάποτε, μπορεί να παντρευτεί ακόμα και το Μανόλη, αλλά όχι όσο το μουνάκι της είναι πεινασμένο να γνωρίσει και άλλους άντρες, όχι ακόμα. Το πρόβλημα βρίσκεται στην αντοχή του Μανόλη. Και στην ανοχή του. Αν το καταλάβει τι σημαίνει Λίτσα. Για τον Μάριο που πήρε σπίτι της να φιλοξενήσει, του είπε ένα παραμύθι, τι καλό παιδί που είναι και που τον έδιωξε η θεία του και να μη μείνει άστεγο μέχρι να βρει σπίτι και ο Μανόλης το έχαψε. Τέτοια καύλα. Η Λίτσα τα δίνει όλα και σε όλους σχεδόν. Προτιμάει τους νεαρούς σαν και μένα, αλλά και αν της γυαλίσει κάποιος μεγάλος δεν λέει όχι. Φτάνει να μην είναι παντρεμένος. Δεν τους μπορεί τους συζύγους των κυριών που έρχονται να σαλιαρίζουν στο κομμωτήριο δήθεν για να πάρουν τις γυναίκες τους. Έχει αρχές. Η Λίτσα τρώει τακτικά στο εστιατόριο του κυρίου Κώστα. Μαγειρεύει καλά, σπιτικά, η γυναίκα του μαγειρεύει και αυτός ψωνίζει. Όταν ο Μανόλης είναι εύκαιρος, κάτι Τετάρτες μεσημέρια ή κάτι Σαββατόβραδα, πηγαίνουν σπίτι της και κάτι βάζουν στη φωτιά να γίνεται όσο εκείνοι τη βρίσκουν στο κρεβάτι. Την Κυριακή, ο Μανόλης την πάει εκδρομές. Στην Αίγινα πάνε συχνά και η Λίτσα κάθε Δευτέρα μου λέει τα κατορθώματά της, πόσο ήπιε και πόσο χόρεψε. Για το άλλο δεν μου λέει τίποτα, τη σχέση με το Μανόλη την σέβεται και δεν αποκαλύπτει τα μυστικά της. Καίγομαι να μάθω, αλλά δεν της παίρνω λέξη. Μετά το προχθεσινό, θα περίμενα να δω τη σχέση της με το Μανόλη να παίρνει κάποια στροφή, αλλά έπεσα έξω. Όλα τα ίδια σαν να μη συμβαίνει κάτι ιδιαίτερο. Μένω ήσυχος λοιπόν να σχεδιάζω για το καλοκαίρι. Ο Μανόλης είναι σαν διακόσμηση για τη Λίτσα. Εμένα εκείνη με ενδιαφέρει και όχι ο υδραυλικός. Ας άνοιγε τα μάτια του. Αλλά μπορεί και να τα έχει ανοιχτά και να παίζει κάποιο δικό του παιχνίδι. Αν δεν το έχει καταλάβει πάντως πόσο ψυχοπονιάρα είναι η δικιά του, θα πάθει έμφραγμα αν και δεν είναι ακόμα σε κρίσιμη ηλικία. Έτσι τον κόβω. Εμένα με νοιάζει η Λίτσα και αφήνω το Μανόλη στην άκρη. Δεν θυμάμαι λοιπόν τα μάτια της, καθόλου δεν τα θυμάμαι. Με κοιτάζει και την κοιτάζω πολλές φορές σε μια μέρα μονάχα, αλλά δεν τα θυμάμαι. Ούτε τι χρώμα έχουν ούτε αν είναι μικρά ή μεγάλα. Σαν να μην έχει μάτια αυτή η κοπέλα. Μου αρέσει να βρίσκομαι μαζί της, να μιλάμε και να χαϊδευόμαστε, μου αρέσουν τα φιλιά της, μου αρέσουν τα όλα της, μη τα ξαναγράφω. Σίγουρα θα μου αρέσουν και τα μάτια της, αλλά όταν φέρνω στη σκέψη μου το πρόσωπό της, στη θέση των ματιών υπάρχει κάτι σκοτεινό και τραβηχτικό. Πώς είναι ένας μαγνήτης; Έτσι περίπου. Τα μάτια της Λίτσας ή μάλλον ο χώρος όπου θα πρέπει να είναι τα μάτια της, είναι για μένα ένα βαθύ μυστηριώδες πηγάδι που θέλω μέσα του να χώνομαι όταν το αντικρίζω. Γενικά, όταν βλέπω τη Λίτσα, θέλω να χώνομαι μέσα της. Οπουδήποτε μέσα της. Είμαι αρκετά έξυπνος και δεν το δείχνω. Άλλωστε τις γυναίκες δεν τις βλέπω με τα μάτια του καθενός αλλά με τα μάτια ενός μέλλοντα γιατρού. Θέλω να γίνω νευρολόγος χειρουργός, το έχω αποκαλύψει; Είναι λίγο νωρίς και ώσπου να έρθει η ώρα για την ειδικότητα μπορεί να αλλάξουν πολλά, τώρα όμως αυτό έχω στο νου μου. Στην ιδέα που έχουμε για το γάμο ταιριάζουμε απόλυτα με τη Λίτσα. Ο γάμος είναι μια επιχείρηση. Κυρίως οικονομική. Ένας γιατρός χρειάζεται ένα καλό ιατρείο και γιατί όχι και μια κλινική δική του, όπως μια κομμώτρια έχει ανάγκη ένα καλό και μοδάτο κομμωτήριο αν γίνεται σε γειτονιά πολύ ΙΝ. Δεν είμαστε παιδάκια να παίζουμε με το μέλλον μας. Άλλο η ζωή και άλλο η απόλαυση του κορμιού. Δεν το βρίσκουμε σωστό να μας καθορίζουν οι αισθήσεις. Αυτό είναι που εκτιμάω περισσότερο στη Λίτσα. Η λογική της. Μαζί με το κορμί της που πάνε πακέτο. Με τη Λίτσα μας συνδέει κάτι ακόμα. Έχουμε μια βαθιά φιλία βασισμένη στη γνωριμία των σωμάτων μας και υπάρχει μεγάλη εκτίμηση του ενός προς τον άλλον. Την παραδέχομαι τη Λίτσα όπως είναι.

posted by FOIBOS, Friday, 03 February 2006, 9:16 pm

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ο μικρός Καρβασαράς

το γκαρσόνι ο Μάριος

σε άφησα να

το πρωινό ξύπνημα

Η Νύμφη του Αμβρακικού

η ακτινογραφία

βγαίνω τα βράδια

Ακαρνανία: ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ